Οι κηπουροί και οι ψεματοφύλακες
Κάτι έχω πάθει σήμερα και λέω, τώρα που όλος ο κόσμος βρίζει υποκριτικά τον Τραμπ για την de facto αναγνώριση της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του Ισραήλ, να τον «υπερασπιστώ» λιγάκι, κάνοντας τον δικηγόρο του διαβόλου και θυμίζοντας, με την ευκαιρία, μερικές άβολες αλήθειες για μια από τις πιο κακοφορμισμένες, διαχρονικά χαίνουσες ιστορικές πληγές της ανθρωπότητας – αυτήν του μεσανατολικού προβλήματος.
Πέσανε λοιπόν όλοι οι Φαρισαίοι να φάνε τον ομολογουμένως θρασύτατο καζινά με τα πορτοκαλί μαλλιά γιατί, λέει, με την (όντως ανιστόρητη και άθλια) απόφασή του παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο και ανατρέπει την... καλή πολιτική των προκατόχων του «πλανηταρχών» όσον αφορά το status της Ιερής Πόλης.
Και ο καημένος ο Μαχμούντ Αμπάς τόλμησε να ψελλίσει ότι οι ΗΠΑ παραιτούνται, λέει, με την ανακοίνωση αυτή, από τον ρόλο του... έντιμου μεσολαβητή μεταξύ των δύο πλευρών.
Ορίστε; Συγγνώμη, κύριε, ποιος είστε; Αυτό το μάρανε το έρημο το Διεθνές Δίκαιο και τους αυτόκλητους θεματοφύλακες ή σωστότερα... ψεματοφύλακές του, Ευρωπαίους, Αραβες και άλλους, ότι θα μετακομίσει την πρεσβεία ο Τραμπ;
Αν δεν κάνω λάθος, η ίδια η ύπαρξη του κράτους του Ισραήλ και η συνεχής, συστηματική του επέκταση στην αραβική γη εδώ και 70 ολόκληρα χρόνια αποτελεί στρατηγική επιλογή των δυτικών επικυρίαρχων τουλάχιστον από το 1917 και τη διαβόητη Διακήρυξη Μπάλφουρ, με σκοπό ακριβώς την τοποθέτηση ενός απολύτως εξαρτημένου από αυτούς –και άρα αξιόπιστου– «χωροφύλακα» στο μεσανατολικό πετρελαϊκό χρυσωρυχείο του πλανήτη.
Και όταν λέμε «δυτικοί επικυρίαρχοι», εννοούμε ξεκάθαρα τη Μεγάλη Βρετανία και την κληρονόμο της παγκόσμιας αυτοκρατορίας της, την Αμερική.
Για την ακρίβεια, όταν στις 14 Μαΐου 1948 ο ιστορικός ιδρυτής του Ισραήλ, ο Νταβίντ Μπεν Γκουριόν, κήρυξε τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ, ο Αμερικανός πρόεδρος Χάρι Τρούμαν χρειάστηκε ακριβώς... έντεκα λεπτά για να αναγνωρίσει το νέο κρατικό «εμφύτευμα», γνωρίζοντας φυσικά πολύ καλά το μακελειό και τη διαρκή, συνεχιζόμενη και σήμερα εθνοκάθαρση –οι Παλαιστίνιοι το λένε απλά «Νάκμπα», Καταστροφή– που θα επακολουθούσε.
Μία εθνοκάθαρση που δεν θα μπορούσε ποτέ να γίνει χωρίς τη συνεχή έμπρακτη (όχι στα λόγια, αλλά με όπλα και χρήματα) υποστήριξη των Αμερικανών, και φυσικά τη διπροσωπία και τα κροκοδείλια δάκρυα των υπολοίπων.
Ναι, μεν, οι Βρετανοί φύτεψαν τον σπόρο του κακού, αλλά οι επίμονοι κηπουροί που τον καλλιέργησαν ώς τη σημερινή του γιγάντωση έχουν αμερικανική προφορά.
Μισός αιώνας έχει περάσει από τον αιφνιδιαστικό πόλεμο των «Εξι Ημερών» του 1967, όταν το Ισραήλ με μια «προληπτική» επίθεση κατέλαβε στρατιωτικά (αφού πρώτα χρησιμοποίησε προηγμένα αμερικανικά και γαλλικά μαχητικά αεροσκάφη και άλλα οπλικά συστήματα για να καταστρέψει στο έδαφος την αιγυπτιακή αεροπορία) τη Λωρίδα της Γάζας, τη Δυτική Οχθη, την Ανατολική Ιερουσαλήμ και τα υψίπεδα του Γκολάν.
Η επίθεση αυτή και η στρατιωτική κατοχή-ρατσιστικό απαρχάιντ, που ακολουθεί ώς και σήμερα, καταδικάστηκε από το σύνολο σχεδόν του πλανήτη, και φυσικά από τον ΟΗΕ με διαδοχικά ψηφίσματα, και παραμένει ώς σήμερα «μαύρη σελίδα» στην παγκόσμια Ιστορία.
Ομως η «μαμά Αμερική» είχε –και έχει, με ή χωρίς Τραμπ– άλλη αντίληψη για το Διεθνές Δίκαιο: αντί να τιμωρήσει τους Ισραηλινούς εισβολείς, ο τότε Αμερικανός πρόεδρος Λίντον Τζόνσον ανακοίνωσε τον Οκτώβριο του 1967 το μεγαλύτερο ώς τότε «πακέτο» δωρεάν στρατιωτικής βοήθειας προς το Ισραήλ.
Εκτοτε, και παρά τα κατά καιρούς δήθεν «σκαμπανεβάσματα» στις αμερικανο-ισραηλινές σχέσεις, ο ομφάλιος λώρος μεταξύ Ουάσινγκτον και Τελ Αβίβ δεν κόπηκε ποτέ, όσο προκλητικοί κι αν ήταν οι Ισραηλινοί στην ψήφιση των διεθνών εκκλήσεων και την παραβίαση των αμέτρητων διπλωματικών πρωτοβουλιών, όσους προληπτικούς βομβαρδισμούς και εισβολές κι αν επιφύλαξαν στους Αραβες γείτονές τους.
Για να μείνουμε μόνο στη νεότερη εποχή και τον...«καλό» προκάτοχο του «κακού» Τραμπ, τον... Νομπελίστα Ειρήνης Ομπάμα, να θυμίσουμε πως, ενώ οι σχέσεις του με τον πρωθυπουργό του Ισραήλ Μπενιαμίν Νετανιάχου ήταν υποτίθεται εξαρχής «τεταμένες», με τον πρώτο μαύρο πρόεδρο των ΗΠΑ να πιέζει και καλά το Ισραήλ να σταματήσει τον συστηματικό εποικισμό των κατεχομένων, και να επιμένει δημόσια στην εύγευστη πλην πλασματική καραμέλα της «λύσης των δύο κρατών», και αργότερα οι δυο ηγέτες κυριολεκτικά «έκοψαν την καλημέρα» μετά τη συμφωνία του Ομπάμα με το Ιράν, στην πραγματικότητα η αμερικανο-ισραηλινή συμμαχία δεν απειλήθηκε ποτέ.
Κάτι που φάνηκε άλλωστε ξεκάθαρα τον Σεπτέμβριο του 2016, όταν οι δύο άσπονδοι σύμμαχοι υπέγραψαν χαμογελαστοί στην Ουάσινγκτον ένα πρωτόκολλο που προβλέπει την παροχή στρατιωτικής βοήθειας αξίας 38 δισ. δολαρίων προς το Ισραήλ για την περίοδο 2019-2028 – μακράν το μεγαλύτερο «πακέτο» βοήθειας στη διμερή ιστορία.
Για το ξεκάρφωμα, βέβαια, ο απερχόμενος Ομπάμα διέταξε τον πρέσβη του στον ΟΗΕ να μην ασκήσει βέτο σε μια απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας η οποία καταδίκαζε τον εβραϊκό εποικισμό, για πρώτη φορά από το 1979 – γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι ο οδοστρωτήρας Τραμπ θα ανέτρεπε έτσι κι αλλιώς το κακοστημένο αυτό σκηνικό «αντιπαράθεσης».
Οπως κι έγινε: στις 15 Φεβρουαρίου, στη διάρκεια κοινής συνέντευξης Τύπου μαζί με τον Νετανιάχου από τον Λευκό Οίκο, ο Τραμπ εκτίμησε ότι η «λύση των δύο κρατών» δεν είναι η μοναδική για την επίλυση της ισραηλο-παλαιστινιακής σύγκρουσης.
Και στις 15 Μαΐου τοποθέτησε πρέσβη στο Ισραήλ τον στενό συνεργάτη του Ντέιβιντ Φρίντμαν, έναν από τους θερμότερους υποστηρικτές του εβραϊκού εποικισμού – ενώ στις 22 Μαΐου προσευχήθηκε μπροστά στο Τείχος των Δακρύων, κάτι που δεν έχει ξανακάνει ποτέ Αμερικανός πρόεδρος.
Καλό θα είναι, δε, να μην ξεχνάμε ότι και η αντίπαλος του Τραμπ στις εκλογές του 2016, η «γερακίνα» Χίλαρι Κλίντον, βρίσκεται στην «καρδιά» του ισραηλινού λόμπι των ΗΠΑ, και έδειξε επανειλημμένα κατά τη θητεία της ως υπουργός Εξωτερικών πώς εννοεί τον ρόλο του «έντιμου μεσολαβητή» και των «ίσων αποστάσεων» στο μεσανατολικό πρόβλημα...
Γιώργος Τσιάρας
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου